Πότε ένα παιδί έχει δυσκοιλιότητα;
Η δυσκοιλιότητα είναι ένα σύμπτωμα, δεν είναι νόσος. Αφορά τόσο στη συχνότητα όσο και στη σύσταση των κενώσεων. Περίπου το 5-10% των παιδιών υποφέρουν από δυσκοιλιότητα. Τα κόπρανα είναι σκληρά και η διαδικασία της αφόδευσης συνοδεύεται από πόνο. Στην ηλικία 1-2 ετών τα παιδιά έχουν περίπου 1-2 κενώσεις την ημέρα, ενώ μετά τα 4 έτη το εύρος των κενώσεων κυμαίνεται από 3 κενώσεις την ημέρα μέχρι 1 κένωση κάθε 2 μέρες (3/εβδομάδα).
Ποιοι είναι οι παράγοντες που ευθύνονται για την εμφάνιση δυσκοιλιότητας;
Στις περισσότερες περιπτώσεις η δυσκοιλιότητα δεν οφείλεται σε κάποιο οργανικό πρόβλημα. Είναι όπως λέμε «λειτουργική δυσκοιλιότητα». Σ’ αυτή την περίπτωση έχουν ενοχοποιηθεί διαιτητικοί, περιβαλλοντικοί και ψυχολογικοί παράγοντες.
Μια ιδιαίτερη περίπτωση λειτουργικής δυσκοιλιότητας είναι η «ψευδοδυσκοιλιότητα» του θηλασμού που προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία στους νέους γονείς. Τα βρέφη που θηλάζουν μπορεί να έχουν από 6-7 κρεμώδεις κενώσεις την ημέρα έως και 1 κένωση κάθε 5-7μέρες αρκεί να είναι μαλακές κενώσεις και να μην συνοδεύεται από έντονο πόνο.
Η κατάσταση αυτή είναι παροδική και δεν εμπνέει ανησυχία. Οφείλεται σε ανωριμότητα του μυϊκού συστήματος της πυέλου και υποχωρεί σταδιακά. Ο αποκλειστικός θηλασμός δεν πρέπει ποτέ να διακόπτεται ούτε πρέπει να δίνουμε στο μωρό ξένο γάλα ή αφεψήματα, π.χ. τσάι.
Δυσκοιλιότητα, επίσης, μπορεί να εμφανιστεί και στα βρέφη που δεν θηλάζουν αποκλειστικά, ή δεν θηλάζουν καθόλου και τρέφονται με φόρμουλα επεξεργασμένου γάλακτος αγελάδας. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορούμε να αλλάξουμε το βρεφικό γάλα με ένα άλλο ειδικό για τη δυσκοιλιότητα.
Ένα συχνό αλλά παροδικό πρόβλημα είναι η εμφάνιση δυσκοιλιότητας στη μετάβαση από το θηλασμό στο βρεφικό γάλα αγελάδας ή όταν γίνεται εισαγωγή στο διαιτολόγιο του μωρού στερεών τροφών (περίπου στην ηλικία των 6 μηνών). Σε αυτή την περίπτωση συνιστούμε αν η μητέρα θηλάζει να αυξήσει τη συχνότητα των θηλασμών και να χορηγεί νερό μετά τα γεύματα. Επίσης, συνιστούμε να περιορίσει τη χορήγηση τροφών όπως ρύζι ή ρυζάλευρο, πατάτα, μπανάνα, μήλο και να αυξήσει τροφές που βοηθούν στην καλύτερη κινητικότητα του εντέρου, όπως πράσινα λαχανικά, φρούτα (εκτός μήλου, μπανάνας), όπως ακτινίδιο, ελαιόλαδο, βρώμη, όσπρια.
Ο υποκλυσμός δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση θεραπεία της δυσκοιλιότητας. Θα πρέπει να γίνεται μόνο κατόπιν υποδείξεως του παιδιάτρου. Κι αυτό γιατί μπορεί να προκαλέσει τραυματισμό του εντέρου και σε ακραίες περιπτώσεις διάτρηση. Επίσης, μπορεί να εξασθενήσει το γαστροκολικό αντανακλαστικό που βοηθά την κένωση του εντέρου κι έτσι να επιτείνει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα της δυσκοιλιότητας.
Οι περιπτώσεις που η δυσκοιλιότητα οφείλεται σε κάποιο οργανικό πρόβλημα ή νόσο είναι πολύ σπάνιες σε σχέση με τη λειτουργική δυσκοιλιότητα. Εδώ ανήκουν οι περιπτώσεις τροφικής αλλεργίας που μπορεί να συνδυάζεται με έκζεμα, συχνούς εμετούς και επεισόδια γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, νοσήματα του εντέρου, όπως δυσανεξία στη γλουτένη (κοιλιοκάκη), υποασβεστιαιμία, υποθυρεοειδισμό, ινοκυστική νόσο, παιδιά με νευρομυϊκές παθήσεις, σύνδρομο Down, φάρμακα που μπορεί να λαμβάνει το παιδί για άλλες παθήσεις. Σπάνια νόσος που εμφανίζεται με έντονη δυσκοιλιότητα πολύ νωρίς μετά τη γέννηση είναι η νόσος του Hirschsprung (σπάνια νευρολογική νόσος που απαιτεί εγχείρηση σαν θεραπεία εκλογής).
Σε παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας η ηθελημένη κατακράτηση κοπράνων αποτελεί την πιο συχνή αιτία εμφάνισης δυσκοιλιότητας. Συνήθως μετά από ένα τυχαίο συμβάν αποβολής σκληρών κοπράνων, ο φόβος αυτής της εμπειρίας της επώδυνης αφόδευσης προκαλεί αναστολή και κατακράτηση κοπράνων και τα κάνει πιο σκληρά. Η αφόδευση γίνεται πιο δύσκολη και δημιουργείται έτσι φαύλος κύκλος. Το παιδί εμφανίζει ανησυχία, κοιλιακό άλγος, ανορεξία και διάρροια λόγω υπερπλήρωσης του εντέρου. Η κατακράτηση κοπράνων εμφανίζεται κυρίως την περίοδο εκμάθησης της τουαλέτας καθώς και στην έναρξη της σχολικής ηλικίας.
Τα τελευταία χρόνια το έντερο χαρακτηρίζεται ως «δεύτερος εγκέφαλος» γιατί επηρεάζει συνολικά την υγεία του οργανισμού. Για τον λόγο αυτό η φροντίδα για τη σωστή λειτουργία του είναι απαραίτητη. Στις περισσότερες περιπτώσεις παιδιών το καλό και λεπτομερές ιστορικό και η κλινική εξέταση αρκούν. Όταν υπάρχει υποψία οργανικής νόσου τότε ο παιδίατρος θα συστήσει τον εργαστηριακό έλεγχο που απαιτείται.
Αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας (εκτός των βρεφών) της παιδικής ηλικίας.
Όταν υπάρχει χρόνια δυσκοιλιότητα αφού πρώτα γίνει κένωση του εντέρου με τη χρήση υποκλυσμού ή ήπιων καθαρτικών, εξηγούμε στους γονείς πως η μόνιμη λύση του προβλήματος συνίσταται στην υιοθέτηση ενός σωστού και ισορροπημένου διαιτολογίου που περιλαμβάνει τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες, όπως φρούτα, λαχανικά και όσπρια, όπως και χορήγηση άφθονου νερού. Όταν η διαιτητική αντιμετώπιση δεν επαρκεί, τότε ο παιδίατρος μπορεί να δώσει για μικρό διάστημα υπακτικά φάρμακα, καθώς και μαλακτικά των κοπράνων.