Παιδί και Παραμύθι : Η επίδραση των παραμυθιών σε όλες τις πτυχές ανάπτυξης των παιδιών
Μια νεαρή μητέρα ρώτησε τον Αϊνστάιν τι θα μπορούσε να κάνει για να προετοιμάσει καλύτερα το πεντάχρονο παιδί της για το σχολείο και τη ζωή. Ήρεμος και χαμογελαστός, ο μεγάλος φυσικός της απάντησε: «Να του λέτε παραμύθια». «Καλά τα παραμύθια, αλλά τι άλλο;» απόρησε η μητέρα. «Πολλά παραμύθια», επέμεινε ο άνθρωπος που σφράγισε τη σύγχρονη επιστήμη. Κι όταν η μητέρα ρώτησε Τρίτη φορά, κάπως δύσπιστα «Καλά, εντάξει, αλλά και τι άλλο;», ο Αϊνστάιν είπε πως «δε χρειάζεται τίποτα περισσότερο. Μονάχα κι άλλα παραμύθια. Πάρα πολλά παραμύθια».
Τα παραμύθια φαίνεται πως συμβάλλουν με ποικίλους τρόπους στη γλωσσική και γνωστική ανάπτυξη των παιδιών, στη διαμόρφωση ενός κώδικα ηθικών αξιών, στον κοινωνικό τομέα, καθώς και στον συναισθηματικό τομέα.
Αρχικά, σε επίπεδο γλωσσικής ανάπτυξης, τα παιδιά μέσα από την αφήγηση παραμυθιών από την προσχολική, ακόμα και βρεφική ηλικία, έχουν τη δυνατότητα να εμπλουτίσουν το λεξιλόγιό τους και να κατανοήσουν τις έννοιες των λέξεων. Στην περίπτωση δε που οι γονείς προτρέπουν τα παιδιά να αφηγηθούν με δικά τους λόγια την ιστορία στο τέλος της αφήγησης, αυτό αναπτύσσει και ενισχύει τον προφορικό τους λόγο και δεξιότητες, όπως η μνήμη και η συγκέντρωση. Μέσω της μίμησης, τα παιδιά μαθαίνουν να χρησιμοποιούν ορθά τη γλώσσα, ενισχύοντας έτσι τις δεξιότητες ακρόασης, ανάγνωσης και παραγωγής προφορικού λόγου. Μπορούμε, επομένως, όταν διαβάζουμε παραμύθια με τα παιδιά να τα ενθαρρύνουμε να επαναλάβουν φράσεις ή να προτείνουν παραλλαγές στην ιστορία (π.χ., διαφορετικό τέλος), χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα τις αντίστοιχες κινήσεις και εκφράσεις προσώπου.
Στον τομέα των γνωστικών δεξιοτήτων, τα παιδιά όταν ακούνε την αφήγηση ενός παραμυθιού εξασκούνται σε δεξιότητες, όπως η παρατηρητικότητα, η μνήμη και η ανάκληση πληροφοριών, η οργάνωση και η προσοχή, η κριτική σκέψη και η εξαγωγή συμπερασμάτων. Ακόμα, μέσα από τις φανταστικές εικόνες των παραμυθιών, τις μεταφορές και τα σύμβολα, τα παιδιά αναπτύσσουν τη δημιουργική σκέψη και ενισχύουν τη φαντασία τους. Μέσα από τα παραμύθια δέχονται πληροφορίες για θέματα που τους προκαλούν περιέργεια κι ενδιαφέρον στην καθημερινή τους ζωή και μπορεί να σχετίζονται με τα προσωπικά ενδιαφέροντα και τις ανάγκες τους. Ανάλογα με την ηλικία στην οποία βρίσκονται και την αντίστοιχη θεματολογία των παραμυθιών, τα παιδιά εξοικειώνονται και έρχονται σε επαφή με πλήθος κοινωνικών μηνυμάτων (π.χ., ισότητα, δικαιοσύνη, ανθρώπινα δικαιώματα) και κοινωνικών αξιών (π.χ., αλληλοσεβασμός, ειλικρίνεια) από διάφορες κουλτούρες. Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από ένα μη επικριτικό και διδακτικό τρόπο, βοηθώντας τα έτσι να διαμορφώσουν σταδιακά μια ηθική συνείδηση. Ακόμη, μέσα από τα παραμύθια διαχωρίζουν τις αποδεκτές από τις μη αποδεκτές συμπεριφορές και τις συνέπειες που αυτές έχουν.
Τα παιδιά ταυτίζονται με τους ήρωες των παραμυθιών, προσπαθούν να σκεφτούν τι θα έκαναν τα ίδια εάν βρίσκονταν στη θέση τους και με αυτό τον τρόπο καταφέρνουν να εξασκηθούν σε δεξιότητες όπως η ενσυναίσθηση. Σύμφωνα με τον Αυστριακό παιδοψυχολόγο και ψυχαναλυτή Bruno M. Bettelheim (1976) τα παραμύθια, εκτός του ότι διεγείρουν τον μυαλό του παιδιού και συντελούν στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους, ταυτόχρονα το προμηθεύουν με τρόπους αντιμετώπισης των εσωτερικών προβλημάτων του και των ανησυχιών του. Ακόμη, η έκθεση στην φαντασία προσφέρει μια ασφαλή συναισθηματική απόσταση για τα παιδιά, ώστε να έρθουν αντιμέτωπα με τα αρνητικά συναισθήματα και να τα διαχειριστούν. Τα παραμύθια βοηθούν τα παιδιά να εκφράσουν τις εσωτερικές σκέψεις και τα συναισθήματά τους προσφέροντάς τους ανακούφιση. Αποτελούν ένα περιβάλλον συναισθηματικής ασφάλειας και εμπιστοσύνης, όπου τα παιδιά μπορούν να έρθουν αντιμέτωπα με φανταστικές καταστάσεις, και μετά να επιστρέψουν με ασφάλεια και ομαλότητα στον πραγματικό κόσμο (Thomas, 1999). Το ασφαλές αυτό περιβάλλον των παραμυθιών επιτρέπει στα παιδιά να εξερευνήσουν τους φόβους και τις ανησυχίες τους μέσα από συμβολισμούς, οι οποίοι προσφέρουν την κατάλληλη συναισθηματική απόσταση. Έτσι, μαθαίνουν πώς να ανταπεξέρχονται σε δύσκολες καταστάσεις, πιθανές συγκρούσεις με έναν τρόπο υγιή και λειτουργικό. Τέλος, οικοδομείται η αίσθηση αξίας για τον εαυτό, καθώς βλέπουν τους ήρωες να έρχονται αντιμέτωποι με δυσκολίες και εμπόδια, τα κατορθώνουν να διαχειριστούν και να ξεπεράσουν.
Κλείνοντας, αξίζει να αναφέρουμε πως η ανάγνωση των παραμυθιών συμβάλλει στην ενίσχυση της σχέσης ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά και μπορεί να αποτελέσει μια ευκαιρία για το άνοιγμα της επικοινωνίας ανάμεσά τους, την έκφραση των πιο δύσκολων συναισθημάτων των παιδιών ή και εμπειριών και μια αφορμή για συζήτηση ποικίλων θεμάτων που απασχολούν τα παιδιά.
Πηγές
Bettelheim, B. (1976). The uses of enchantment: The meaning and importance of fairy tales. New York, NY: Knopf.
Thomas, J. (1999). “The role of the fairy story in developing a ‘sense of self’ in young children with identified emotional and behavioural difficulties”. Early Child Development and Care, 157, 27-50.